Η όφκερη αίθουσα

Άνοιξεν εις το χωρκόν
νέα αίθουσα.

Έρκεται σιγά σιγά κόσμος,
πάντα μανιχός του.

Τζι’ άμαν γεμώσει
είπασιν εννα την μυαλίνουσιν
τζιαι οριζόντια
τζιαι κάθετα.

Βαώννουν την τζιόλας
που το λλιοβούττημαν
ως την αυκήν.

Αλόπως με το φεγγάριν
φκαίννουν τζιαι ππαρτάρουν
οι ένοικοι
τζιαι οι θαμώνες.

Εστήσαν τζι’ έναν τοίχο θκυο μέτρα
άμπα τζιαι φύει τους κανένας.

Τζιαι μιαν ταπέλλα που μας καλωσορίζει
μα εν μας ποσιαιρετά
έστω τζι’ αν θέλει πολλά να πει
«εις το επανιδείν».

Πόψε που έρεξα
ήσιεν πεντέξι νοματούς
εκαρτερούσαν με πομονήν
να γεμώσουν οι θέσεις
τζιαι ν’ αρκέψει η παράσταση.

Είπασιν εν κωμωδία.

This entry was posted in 1. Bookmark the permalink.

Σχολιάστε